πίσω


 

ΠΡΟΛΟΓΙΚΟ

ΤΟ ΟΜΟΟΥΣΙΟ ΓΕΝΝΗΜΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΛΑΤΡΕΙΑΣ

ΜΟΥΣΙΚΟΙ ΦΘΟΓΓΟΙ ΤΗΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ

ΟΙ ΚΥΡΙΟΙ ΗΧΟΙ ΤΗΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ

ΜΟΡΦΕΣ ΥΜΝΩΝ

ΟΙ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ ΥΜΝΟΙ

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ

Ο ΨΑΛΤΗΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟ ΒΙΟ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

OΙ ΜΕΛΩΔΟΙ ΚΑΙ ΥΜΝΟΓΡΑΦΟΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ ΓΙΑ ΤΗ ΛΑΤΡΕΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΜΟΥΣΙΚΗ

ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ (LINKS)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ - ΠΗΓΕΣ

ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ ΓΙΑ ΤΗ ΛΑΤΡΕΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΜΟΥΣΙΚΗ

A Δ Ε Θ Κ Λ Μ Ο Π Σ Τ Χ Ψ Ω

 

Εγκόλπιο του Αναγνώστου και του Ψάλτου : Στο λειτουργικό αυτό βιβλίο της Εκκλησίας βρίσκεται καταγεγραμμένος ο ημερήσιος λειτουργικός κύκλος και επισυνάπτονται για πρακτικούς λόγους, ως επίμετρο, και λειτουργικά στοιχεία του εβδομαδιαίου και του ετήσιου λειτουργικού κύκλου, πολλά από τα οποία απουσιάζουν από το αντίστοιχο παράρτημα του Μεγάλου Ωρολογίου (π.χ. τα Κοντάκια των εορτών του εβδομαδιαίου λειτουργικού κύκλου, οι Καταβασίες και τα Μεγαλυνάρια των εορτών του ετήσιου λειτουργικού κύκλου).

Ειρμός: Λέγεται η πρότυπος στροφή με την οποία και ψάλλονται οι στροφές των κανόνων.

Εκτενής: Πρόκειται για μια αίτηση του ιερέα που ονομάζεται «Εκτενής Αίτησις» ή, πιο απλά, «Εκτενής» , μάλλον επειδή είναι μεγάλη σε έκταση, ενώ, με βάση την εναρκτήρια φράση της, ονομάζεται, κυρίως από τους ιερείς και τους ψάλτες, και: «Είπωμεν πάντες...». Τα αιτήματα της Εκτενούς λέγονται από τον ιερέα και σε αυτά ο χορός (δηλαδή ο λαός) απαντά με την τριπλή επανάληψη της σύντομης φράσης: «Κύριε ελέησον».

Εκφώνηση: Οι Τριαδολογικές καταλήξεις των ευχών που διαβάζει ο ιερεύς και συνήθως λέγονται από τον ιερέα «εκφώνως» (με μουσική, δηλαδή, απόδοση.

Εξαποστειλάριο: Περιέχει την αίτηση γιά την αποστολή του φωτός. Τα εορταστικά τροπάρια που ψάλλονται σε ημέρες εορτών λέγονται Εξαποστειλάρια, ενω σε ημέρες άμνημες, δηλαδή σε ημέρες νηστείας (Τεσσαρακοστής) που δεν υπάρχει μνήμη εορτάζοντος Αγίου λέγονται Φωταγωγικά. Φωταγωγικά υπάρχουν οκτώ, όσοι και οι ήχοι και ψάλλονται εκ περιτροπής στις Σαρακοστές.

Εξάψαλμος: Είναι οι 6 Ψαλμοί που διαβάζονται στην αρχή του Όρθρου (3ος, 37ος , 62ος , 87ος , 102ος , 142ος ). Οι Ψαλμοί αυτοί ομιλούν για την έγερσή μας από τον ύπνο, για την πρωϊνή προσευχή, για την είσοδο στο ναό του Θεού, για το έλεος και τη σωτηρία που αναμένει ο άνθρωπος από τον Θεό.

Επιλύχνιος Ευχαριστία (Φως Ιλαρόν): Η Επιλύχνιος Ευχαριστία (Φως Ιλαρόν) είναι άρχαιος ύμνος,   που συνδέθηκε με την ακολουθία του Εσπερινού από τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους. Η ύπαρξη του ύμνου αυτού μαρτυρείται ήδη από τον 4 ο μ.Χ. αιώνα. Μάλιστα, ο Μέγας Βασίλειος αναφέρεται στην ύπαρξή του και τον χαρακτηρίζει ως «αρχαίαν φωνήν». Από τη μαρτυρία αυτή συνάγεται, ότι η Επιλύχνιος Ευχαριστία απηχεί λατρευτική παράδοση πολύ αρχαιότερη του 4 ου μ.Χ. αιώνος. Η σύνθεση του ύμνου αποδίδεται στον μάρτυρα Αθηνογένη, ο οποίος, κατά την παράδοση, τον εκφώνησε, την ώρα που τον οδηγούσαν στο μαρτύριο. Ο ύμνος, με ποιητική γλώσσα, απευθύνεται προς το Χριστό, τον οποίο και ονομάζει Φως Ιλαρόν. Το Ιλαρόν, όμως, αυτό Φως, είναι διαφορετικό, ως προς τη φύση Του, από το κτιστό φως του ήλιου, γιατί είναι το «(Φως) της Αγίας Δόξης του Αθανάτου, Ουρανίου και Μάκαρος Θεού Πατρός». Σε αυτό το 'Ακτιστο Φως της Αγίας Δόξης, που είναι ο Χριστός, ανάγουν οι χριστιανοί λατρευτικά το νου και την καρδιά τους, κάθε φορά, που, «επί την ηλίου δύσιν», βλέπουν το «εσπερινόν φως» του φυσικού ήλιου, και μέσα από αυτή τη μυσταγωγική αναγωγή αισθάνονται την ανάγκη να υμνήσουν «Πατέρα, Υιόν και 'Αγιον Πνεύμα, Θεόν». Ο επίλογος του ύμνου, απευθυνόμενος, όπως και ο υπόλοιπος ύμνος, προς το Χριστό, δικαιολογεί την πνευματική αυτή αντίδραση των χριστιανών στη θέα του εσπερινού φωτός, γιατί «...'Αξιον Σε εν πάσι καιροίς υμνήσθαι φωναίς οσίαις, Υιέ Θεού, ζωήν ο διδούς, διό ο κόσμος Σε δοξάζει».

Εωθινό Ευαγγέλιο: Έτσι χαρακτηρίζονται οι ευαγγελικές περικοπές, που αναγιγνώσκονται στους Όρθρους των αγρυπνιών. Ειδικά για τις αναστάσιμες αγρυπνίες των Κυριακών υπάρχουν ένδεκα (11) αναστάσιμες ευαγγελικές περικοπές, που διαβάζονται από τον ιερέα στον Όρθρο της Κυριακής. Οι ευαγγελικές αυτές περικοπές εναλλάσσονται κυκλικά - η μια μετά την άλλη - κατά την διάρκεια του έτους. Για κάθε μία από αυτές υπάρχει, σε ειδικό παράρτημα στο τέλος της Παρακλητικής, από ένα αναστάσιμο Εξαποστειλάριο με το θεοτοκίο του και από ένα εωθινό Δοξαστικό (δηλαδή αναστάσιμο Δοξαστικό των Αίνων), που αποτελούν ποιητική απόδοση του περιεχομένου των ένδεκα (11) αναστάσιμων Εωθινών Ευαγγελίων. Έτσι, ενώ όλα τα Αναστάσιμα τροπάρια του εβδομαδιαίου λειτουργικού κύκλου εξαρτώνται από τον τυχόντα ήχο της εβδομάδας, ειδικά το Αναστάσιμο Εξαποστειλάριο και το Αναστάσιμο Δοξαστικό των Αίνων, κατ' εξαίρεσιν, εξαρτώνται, όχι από τον τυχόντα ήχο της Παρακλητικής, αλλά από το τυχόν αναστάσιμο Εωθινό Ευαγγέλιο της ακολουθίας του Όρθρου.

Εσπερινός ή Λυχνικό: Είναι η πρώτη ακολουθία της ημέρας. Ονομάζεται Εσπερινός, γιατί τελείται το εσπέρας (εσπέρας ονομάζεται το χρονικό διάστημα, που μεσολαβεί ανάμεσα στη δύση του ήλιου και τον ερχομό της νύκτας). Επίσης, η ίδια ακολουθία ονομάζεται στα λειτουργικά κείμενα και Λυχνικόν, επειδή η έναρξή της συνέπιπτε χρονικά με την αφή των λύχνων, που φώτιζαν τους δρόμους των μεγάλων πόλεων κατά τη διάρκεια της νύκτας.

Ευαγγέλιο: Στη χριστιανική Εκκλησία ο όρος Ευαγγέλιο χαρακτηρίζει τα τέσσερα πρώτα βιβλία της Καινής Διαθήκης, τα οποία, σύμφωνα με την παράδοση, έγραψαν στην ελληνική γλώσσα ο Ματθαίος, ο Μάρκος, ο Λουκάς και ο Ιωάννης και διηγούνται τα γεγονότα της γέννησης, της ζωής και του θανάτου του Ιησού, εκθέτουν το περιεχόμενο του κηρύγματός του και τα κυριότερα δογματικά και ηθικά σημεία του χριστιανισμού . Η ονομασία του φιλολογικού αυτού είδους προέρχεται από μια λέξη του αρχαίου ελληνικού κόσμου που πήρε νέο περιεχόμενο στο χριστιανισμό. Στην αρχαία ελληνική γραμματεία, η λέξη "ευαγγέλιο" που τη συναντάμε από τον 8ο αιώνα π.Χ. στα έπη του Ομήρου [1] , έχει την έννοια της χαρμόσυνης αγγελίας κάποιας νίκης ή της αμοιβής που παίρνει ο κομιστής της αγγελίας ή και της θυσίας που προσφέρεται στους θεούς για τη χαρμόσυνη είδηση της νίκης. Στον Χριστιανισμό, όπως φαίνεται κι από τα έργα των εκκλησιαστικών συγγραφέων των πρώτων αιώνων, με τη λέξη ευαγγέλιο δηλώνεται είτε το λυτρωτικό μήνυμα της Καινής Διαθήκης γενικά, είτε κάποιο από τα τέσσερα βιβλία της Καινής Διαθήκης που περιέχουν και αφηγούνται το γεγονός της νίκης του Χριστού κατά των δαιμονικών δυνάμεων με τα θαύματα, τις διδασκαλίες του, το θάνατο και την ανάσταση του. Η χρήση του όρου ευαγγέλιο ως τον 3ο αιώνα περιέγραφε και τα 4 Ευαγγέλια μαζί, ενώ από τον 4ο αιώνα άρχισε να χρησιμοποιείται ο όρος και για καθένα από τα βιβλικά Ευαγγέλια [2] . Μεταγενέστερα, στην αυτοκρατορική λατρεία των ελληνορωμαϊκών χρόνων, η μέρα της γέννησης του αυτοκράτορα θεωρείται "ευαγγέλιο" .

Η λέξη «Ευαγγέλιο» ορίζεται ως «το άγγελμα που έχει σχέση με τον Χριστό, τη βασιλεία του Θεού και τη σωτηρία» [3] . Ή, αναφορικά με την Καινή Διαθήκη, το Ευαγγέλιο «έχει την έννοια των καλών ειδήσεων σχετικά με τη Βασιλεία του Θεού και της σωτηρίας μέσω του Χριστού, η οποία μπορεί να αποκτηθεί μέσω πίστης, με βάση τον εξιλεωτικό Του θάνατο» [4] . Όταν ένας άγγελος ανακοίνωσε τη γέννηση του Ιησού, είπε: «Σας διακηρύττω καλά νέα για μια μεγάλη χαρά την οποία θα έχει όλος ο λαός, επειδή Σωτήρας γεννήθηκε σήμερα σε εσάς, ο οποίος είναι Χριστός ο Κύριος, στην πόλη του Δαβίδ». ( Λουκάς 2:10, 11 , ΜΝΚ ). Ο Ιησούς επρόκειτο να είναι ο Βασιλιάς της Βασιλείας του Θεού και αυτό αποτελούσε ευαγγέλιο, «καλά νέα». Όσο βρισκόταν στη γη, ο Ιησούς ήταν δραστήριος στο κήρυγμα των καλών νέων. Το Ευαγγέλιο του Ματθαίου αναφέρει: «ο Ιησούς άρχισε περιοδεία σε όλες τις πόλεις και τα χωριά, διδάσκοντας στις συναγωγές τους και κηρύττοντας τα καλά νέα της βασιλείας και θεραπεύοντας κάθε είδους ασθένεια και κάθε είδους πάθηση». ( Ματθαίος 9:35 ). Σύμφωνα με την ευαγγελική αφήγηση του Μάρκου, παρότρυνε τους ανθρώπους: «Ο προσδιορισμένος καιρός έχει συμπληρωθεί και η βασιλεία του Θεού έχει πλησιάσει. Να μετανοείτε και να έχετε πίστη στα καλά νέα» ( Μάρκος 1:15 ). Έτσι, το ευαγγέλιο άλλαζε τη ζωή εκείνων που ανταποκρίνονταν σε αυτό. Μετά το θάνατο του Ιησού, οι ακόλουθοί του συνέχισαν να κηρύττουν το ευαγγέλιο. Επιπλέον από αυτά που κήρυττε ήδη ο Ιησούς ως καλά νέα προστέθηκε το ιδιαίτερα χαρμόσυνο άγγελμα της ανάστασης και της ανάληψης του Ιησού Χριστού στον ουρανό. Ως Βασιλιάς της Βασιλείας του Θεού, ο Ιησούς έχει ενεργήσει και θα συνεχίσει να ενεργεί για να επιτελέσει το σκοπό Του. ( Πράξεις 2:3236 · 2 Θεσσαλονικείς 1:610 · Αποκάλυψη 14:6, 7 ). Πριν από την τελική καταγραφή των ευαγγελίων, είχαν διαμορφωθεί μέσα στην πρώτη χριστιανική κοινότητα, διηγήσεις για λόγια και έργα του Ιησού που εξυπηρετούσαν την ιεραποστολή, την κατήχηση, τη διδαχή, τη λατρεία, την απολογητική και άλλους τομείς της δράσης της πρώτης Ε κκλησία ς. Οι διηγήσεις αυτές, αποτελούν την προϊστορία των ευαγγελίων με την εξέταση των οποίων ασχολήθηκε η λεγόμενη Μορφοϊστορική μέθοδος που αναπτύχθηκε στη Γερμανία από το 1920 και μετά. Η επιστημονική αυτή άποψη της Μορφοϊστορικής Σχολής, δεχόταν ότι οι ευαγγελιστές ήταν απλά και μόνο συλλέκτες και καταγραφείς της παράδοσης της εκκλησίας σχετικά με τον Ιησού, άρα δεν πρέπει να αναζήτα κανείς στα κείμενά τους απόλυτη συνοχή. Μεταξύ των εκπροσώπων της σχολής αυτής υπήρχαν διαφορετικές απόψεις όπου κατά μία εκδοχή αναγνωρίστηκε μεγαλύτερη ελευθερία στη δημιουργικότητα της εκκλησίας, ενώ άλλη εκδοχή έκανε λόγο για ένα πιο σίγουρο ιστορικό πυρήνα στην παράδοση της εκκλησίας σχετικά με τον Ιησού. Αργότερα, με την εμφάνιση της "Ιστορίας της σύνταξης", η προσοχή των ερευνητών στράφηκε στο γεγονός ότι οι ευαγγελιστές δεν είναι απλοί συλλέκτες, αλλά θεολόγοι με ξεχωριστή θεολογική τάση ο καθένας και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά γνωρίσματα τα οποία διαπιστώνονται τόσο με την εκλογή του υλικού μεταξύ των στοιχείων της παράδοσης όσο και με τον τρόπο καταγραφής του, όπου εκφράζονται οι ιδιάζουσες σε κάθε ευαγγελιστή θεολογικές τάσεις. Από εκει και πέρα, νεώτερες επιστημονικές τάσεις όπως η Στρουκτουραλιστική ανάλυση επικεντρώνονται περισσότερο με φιλολογικό ενδιαφέρον στα κείμενα, με την εξέταση της γλωσσικής τους δομής, των σχημάτων λόγου και των ρητορικών τεχνικών που χρησιμοποιούνται για την απόδοση του μηνύματος που περιέχουν. Οι επιστημονικές αυτές τάσεις, στο ερώτημα σχετικά με τις διαφορές που συχνά συναντάμε σε εξωτερικές διατυπώσεις κάποιων διδασκαλιών στα ευαγγέλια, η απάντηση που συνήθως δίδεται είναι πως αυτές σχετίζονται με το σκοπό που επιδίωκε ο κάθε ευαγγελιστής γράφοντας το ευαγγέλιο του και με τις ανάγκες των χριστιανών στους οποίους απευθύνεται. Στο σύνολο τους οι διηγήσεις των ευαγγελιστών συμπληρώνουν η μία την άλλη. Επίσης, σχετικά με τις επισημάνσεις που γίνονται κατά καιρούς περί "αντιθέσεων" μεταξύ των ευαγγελιστών, υποστηρίζεται πως συνήθως τίθεται θέμα μη επιστημονικής αντιμετώπισης των φιλολογικών προβλημάτων των βιβλίων της Καινής Διαθήκης, είτε, οι επισημάνσεις αυτές γίνονται για λόγους ιδεολογικής αντιπαράθεσης. Η επιστημονική θεολογική κοινότητα υποστηρίζει πως κάθε ευαγγελιστής βάζει την προσωπική του σφραγίδα, θεολογική ή φραστική, στο κοινό υλικό της παράδοσης ή στο υλικό που αντλεί από τις γραπτές πηγές, ανάλογα με τους παραλήπτες στους οποίους απευθύνεται.


1. Στην 5 ραψωδία της Οδύσσειας (στίχοι 152 και 166) αναφέρεται « ἀλλ' ἐγὼ οὐκ αὔτως μυθήσομαι, ἀλλὰ σὺν ὅρκῳ, ὡς νεῖται Ὀδυσεύς· εὐαγγέλιον δέ μοι ἔστω αὐτίκ', ἐπείκεν κεῖνος ἰὼν τὰ ἃ δώμαθ' ἵκηται... τὸν δ' ἀπαμειβόμενος προσέφης, Εὔμαιε συβῶτα· ὦ γέρον, οὔτ' ἄρ' ἐγὼν εὐαγγέλιον τόδε τείσω ο ὔ τ' Ὀδυσεὺς ἔτι οἶκον ἐλεύσεται ».

2. Alexander Souter, The Text and Canon of the New Testament Second ed., 1953, σελ. 11.

3. Ένατο Νέο Κολεγιακό Λεξικό του Γουέμπστερ (Webster' s Ninth New Collegiate Dictionary ).

4. Ερμηνευτικό Λεξικό των Λέξεων της Καινής Διαθήκης του Βάιν (Vine' s Expository Dictionary of New Testament Words).

Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος