ΜΟΡΦΕΣ ΥΜΝΩΝ
Παράλληλα μέ τήν ἁπλή ψαλμωδία ἄνθησαν οἱ πρῶτες μορφές ὕμνων : τροπάριο, κοντάκιο καί κανών.
Tό τροπάριο ( ἀπό τό τρόπος) ἀναπτύχθηκε κυρίως τόν Ε΄ αἰώνα μ.Χ . Βασίζεται σέ νέα, ἁπλά καί εὔκολα νά μελοποιηθοῦν κείμενα, τῶν ὁποίων οἱ στίχοι παρεμβάλλονται μεταξύ τῶν ψαλμικῶν στίχων. Ἀργότερα τροπάρια ὀνομάζονται καί οἱ αὐτούσιοι ἐκκλησιαστικοί ὕμνοι .
Tά κοντάκια εἶναι ὕμνοι μέ πολλές στροφές ( οἴκους ), τά κείμενα καί οἱ μελωδίες τῶν ὁποίων ἐγράφησαν ἀπό τόν Σωφρόνιο Ἱεροσολύμων, τόν Σέργιο τοῦ Βυζαντίου καί κυρίως τόν Pωμανό τόν Μελωδό (πρότυπο ὁ Ἐφραίμ ὁ Σῦρος, Δ΄ αἰώνας μ.Χ.). Mετά ἀπό μία εἰσαγωγή ( κουκούλιον ἤ προοίμιον ) ἀκολουθοῦν 20 ἕως 40 ὅμοιες στροφές ( οἶκοι ). Περίφημος εἶναι ὁ ἀφιερωμένος στήν Παρθένο Ἀ κάθιστος Ὕμνος μέ 24 στροφές καί μέ ἀκροστιχίδα τό ἀλφάβητο .
Ὁ κανών ἐγεννήθηκε τόν Ζ΄Θ΄ αἰώνα μ.Χ.. Bασίζεται στά νέα βιβλικά ἄσματα ἤ ὤδές , ὅπως ἡ ὠδή ἀρ. 3, ὁ ὕμνος τῆς Ἁγίας Ἄννης ἤ ἡ ἀρ. 9, τό « Ἐμεγαλύνθη ἡ ψυχή μου» τῆς Παναγίας. Kάθε ὠδή ἀκολουθεῖται ἀπό πολλές στροφές (εἱρμούς) πού ψάλλονται μέ τήν ἴδια μελωδία (τρόποι). Oἱ γνωστότεροι ποιητές κανόνων ἦταν ὁ Ἅγιος Ἀ νδρέας ὁ Κρής (660740 μ.Χ.), τοῦ ὁποίου ὁ Μέγας Κανών περιλαμβάνει 250 εἱρμούς καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός . Γιά τήν ἐποχή τοῦ Ὁσίου Ἐφραίμ εἶναι ἀποδεδειγμένη ἡ τεχνική τῆς παράφρασης, δηλαδή γράφονταν νέα κείμενα πάνω σέ γνωστές παλαιότερες, ἀκόμη καί κοσμικές μελωδίες. Oἱ ὕμνοι τῆς ἐποχῆς τῆς ἄνθησης ( Ε΄Ζ΄ αἰῶνες ) εἶχαν πάντα τίς ἰδικές τους μελωδίες, πού ἀργότερα πολλές φορές δέν μελοποιοῦνταν ἀπό τούς ποιητές ἀλλά ἀπό μελουργούς . Ὅπως τό κείμενο, πού θεματολογικά καί τυπολογικά ἀκολουθοῦσε τήν παράδοση χρησιμοποιώντας σταθερούς τύπους, ἔτσι καί ἡ μελοποίηση παραμένει κοντά στό παραδοσιακό τυπικό χρησιμοποιώντας συγκεκριμένα μελωδικά γυρίσματα, σχήματα καί πτώσεις.
Ἄλλες μορφές ὕμνων εἶναι τά Ἀ πολυτίκια (πού ἀναφέρονται σέ Ἁγίους καί ἑορτές), τά Καθίσματα , τά Ἐξαποστειλάρια , οἱ Πολυέλεοι , τά Λειτουργικά (ὕμνοι τῆς Θείας Λειτουργίας ὅπως τά Χερουβικά καί Κοινωνικά), τά Στιχηρά Προσόμοια (πού ἀποτελοῦν τυποποιημένες μελωδίες πού ἐφαρμόζονται σέ διαφορετικούς στίχους) καί τά Ἰδιόμελα (πού εἶναι αὐτόνομες συνθέσεις μέ ἴδιον =ἰδικό τους μέλος).
Oἱ ὕμνοι τῆς Λειτουργίας καί τῶν Ἀκολουθιῶν περιλαμβάνονται σέ εἰδικά λειτουργικά βιβλία:
Tό Eἱρμολόγιον περιέχει τούς εἱρμούς ( ὠδές τῶν κανόνων) ταξινομημένους κατά ἤχους. Τά εἱρμολογικά μέλη διακρίνονται σέ σύντομα καί ἀργά.
Tό Στιχηράριον περιέχει τά ἰδιόμελα, τά τροπάρια, τά μεγάλα ἀντίφωνα κ.λπ., ταξινομημένα κατά τό ἐκκλησιαστκό ἔτος .
Tό Kοντακάριον καί ἄλλα βιβλία, ὅπως τό Ἀσματικόν περιέχουν πιό περίτεχνα καί ἐλεύθερα μέλη πού ὀνομάζονται παπαδικά .
Tά εἱρμολογικά καί στιχηραρικά μέλη εἶναι συλλαβικά μέ λίγα μελίσματα πάνω σέ σημαντικές λέξεις, σέ στάσεις, πτώσεις καί στό τέλος. Oἱ καθαρά μελισματικοί ὕμνοι αὐξάνουν ἀπό τόν ΙΓ΄ αἰώνα μ.Χ . καί τόν ΙΕ΄αἰώνα μ.Χ . καί εἶναι ἰδιαίτερα πλούσιοι.
Ἡ ἐποχή τοῦ Μέσου Βυζαντινοῦ Μέλους (ΙΔ΄ΙΘ΄ αἰῶνες μ.Χ.) χαρακτηρίζεται κυρίως ἀπό νέες συνθέσεις ὕμνων, ἰδιαίτερα τοῦ Ἰωάννου Κουκουζέλους (ΙΔ΄ αἰώνας μ.Χ.) καί προσθῆκες στή σημειογραφία πού γίνεται ἔτσι ἰδιαίτερα σύνθετη καί περίτεχνη.
Tό Νέο Βυζαντινό Μέλος χρονολογεῖται ἀπό τό 1821 καί χαρακτηρίζεται ἀπό τίς μεταρρυθμίσεις τοῦ Ἐπισκόπου Χρυσάνθου ἐκ Μαδιτῶν, πού ἔγκεινται κυρίως στήν ἁπλοποίηση καί τυποποίηση τῆς σημειογραφίας στή μορφή πού χρησιμοποιεῖται σήμερα.
Σπάραγμα βυζαντινοῦ Εὐαγγελισταρίου τοῦ 7ου αἰῶνος μ.Χ. ( British Library , Add. MS 5111)
|